H μετάβαση της ενέργειας σε ανανεώσιμες πηγές μέχρι το 2023 μπορεί να εξοικονομήσει ετησίως περίπου 2 δισεκατομμύρια ευρώ, και μάλιστα αυτό με την εξάπλωση της φωτοβολταϊκής και αιολικής ενέργειας, αναφέρει μια έκθεση για την ενεργειακή επανάσταση που αναπτύχθηκε με κοινή πρωτοβουλία του Ιδρύματος Mercator και του Ευρωπαϊκού Ιδρύματος κλίματος.
Για την επίτευξη αυτού του σκοπού απαιτείται η επέκταση της αιολικής και ηλιακής ενέργειας: και μάλιστα της αιολική ενέργειας στην ξηρά, σε περιοχές με αέρα αφού δεν είναι τόσο δαπανηρή όσο αυτή στη θάλασσα, και της ηλιακής ενέργειας κοντά σε αστικά κέντρα κατανάλωσης. Αυτά είναι τα βασικά συμπεράσματα της μελέτης “Κόστος και βελτιστοποιημένη επέκταση των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας”, που πραγματοποιήθηκε από δύο παγκοσμίου φήμης ερευνητικά.
“Η επέκταση των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας είναι οικονομικά ευνοϊκότερη από ό, τι υποτίθεται, οι πολιτικοί έχουν πολύ μεγάλο περιθώριο ελιγμών, όταν πρόκειται για το μέλλον της περιφερειακής κατανομής των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας. Αυτό το έργο παρουσιάζει για πρώτη φορά με πρωτοφανή ακρίβεια τα οφέλη της αιολικής και ηλιακής ενέεργειας.”, τονίζει ο Rainer Baake, διευθυντής της έρευνας, η οποία πραγματοποιείται από το Ίδρυμα Mercator και το Ευρωπαϊκό Ίδρυμα του κλίματος.
Επιπλέον, η μελέτη δείχνει ότι η επέκταση των δίκτυων παροχής ηλεκτρικής ενέργειας που διαρκώς συζητείται ως εμπόδιο για την ανάπτυξη της ενεργειακής επανάστασης είναι μόνο πρόφαση. Με την κατασκευή νέων αιολικών και ηλιακών σταθμών παραγωγής ενέργειας σε κατάλληλες περιοχές δεν χρειάζεται να περιμένουν οι ευρωπαϊκές χώρες να υλοποιηθούν νέες γραμμές ηλεκτρικού ρεύματος. Αν η αιολική ενέργεια επεκταθεί με σωστό προγραμματισμό των κυβερνήσεων σε θυελλώδεις περιοχές και η ηλιακή ενέργεια σε ηλιόλουστες, τότε στο μέλλον μπορεί να παράγεται καθαρή πράσινη ενέργεια με πολύ λιγότερο κόστος απ΄το σημερινό.