Με τις διατάξεις του νέου νομοσχεδίου καταργείται και η προστασία έναντι του πληθωρισµού µέσω της κατάργησης της ισχύουσας ετήσιας αναπροσαρµογής της τιµής, σύμφωνα με τον πληθωρισμό, που είναι 25% αυτού για φωτοβολταϊκά και 50% για τις υπόλοιπες ΑΠΕ.
Όσο και να σε σχέση με τα άλλα μέτρα η κατάργηση της αναπροσαρμογής προβάλει ασήμαντη, επειδή η κατάργηση αφορά το σύνολο του χρόνου ισχύος της σύμβασης, οι απώλειες των επενδυτών μπορεί να αποδειχθούν οδυνηρές, μάλιστα σε περίπτωση που στο μέλλον ο πληθωρισμός δεν θα κινείται στα σημερινά χαμηλά επίπεδα.
Η διάταξη αυτή στερείται οικονοµικής λογικής και ανατρέπει αναδροµικά το καθεστώς εν λειτουργία έργων. Εάν για παράδειγμα αυτό ίσχυε από το 2001, η τιµή της αιολικής ενέργειας που σήμερα είναι 60,22 €/ΜWh (σε σταθερές τιµές 2000) θα ήταν σήµερα 43,12 €/ΜWh, µειωµένη κατά 28,4% .
Όσο και αν σε σχέση με τα υπόλοιπα μέτρα η κατάργηση της αναπροσαρμογής προβάλει ασήμαντη, επειδή η κατάργηση αφορά το σύνολο του χρόνου ισχύος της σύμβασης, οι απώλειες των επενδυτών μπορεί να αποδειχθούν οδυνηρές, μάλιστα σε περίπτωση που στο μέλλον ο πληθωρισμός δεν θα κινείται στα σημερινά χαμηλά επίπεδα.
Τέτοιες διατάξεις καταργούν το σύστηµα τιµολόγησης που έχει υπάρξει ο µοναδικός πυλώνας που προσέλκυσε ελληνικές και ξένες επενδύσεις στις ΑΠΕ στη χώρα µας.
∆υστυχώς, κανένα άλλο ανταγωνιστικό πλεονέκτηµα δεν θα έχει να προσφέρει πλέον η χώρα σε αυτές τις επενδύσεις, αφού το επενδυτικό περιβάλλον χαρακτηρίζεται από απίθανη γραφειοκρατία, πολυνοµία, έλλειψη τίµιου ανταγωνισµού µε τα ορυκτά καύσιµα και ανασφάλεια δικαίου.