Το Σαββατοκύριακο, ο πρόσφατα διορισθείς Κινέζος πρωθυπουργός Li Keqiang έκανε την πρώτη του επίσημη επίσκεψη στην ΕΕ. Θα ταξίδευε στο Βερολίνο να συναντήσει την Angela Merkel. Πρόκειται για μια συνάντηση μεταξύ των δύο οικονομικών υπερδυνάμεων της Ανατολής και της Δύσης, και μια συνέχιση της «ειδικής σχέσης» μεταξύ των δύο χωρών.
Ο Li έχει κληρονομήσει μια υγιή σχέση με τη Γερμανία, χτισμένη σε μια «τεχνολογία για ανταλλαγή αγορών». Η Κίνα χρειάζεται γερμανικά μηχανήματα και τεχνολογία για την επόμενή της φάση της ανάπτυξης και η Γερμανία χρειάζεται την αγορά της Κίνας για να απορροφήσει ένα αυξανόμενο μέρος των εξαγωγών της. Είναι ενδιαφέρον το ότι η Γερμανία αντιπροσωπεύει σχεδόν το ήμισυ των εξαγωγών της ΕΕ στην Κίνα, επισκιάζοντας τη Γαλλία, το Ηνωμένο Βασίλειο και την Ιταλία. Τον προηγούμενο χρόνο δείξαμε ότι η Κίνα αντικατέστησε την Ευρώπη ως τον πιο επιθυμητό επενδυτικό προορισμό για τις γερμανικές επιχειρήσεις. Αυτό είναι ιδιαίτερα εντυπωσιακό όταν πρόκειται για τη γερμανική αυτοκινητοβιομηχανία: εάν η κινεζική ζήτηση για τα γερμανικά αυτοκίνητα δεν υπήρχε, οι κατασκευαστές αυτοκινήτων στη Γερμανία θα αντιμετώπιζαν ένα λιγότερο ασφαλές μέλλον.
Ο προκάτοχος του Li, Wen Jiabao, μετέφρασε τις οικονομικές σχέσεις σε πολιτικές. Ο Wen έδωσε το έναυσμα για τις διακυβερνητικές διαβουλεύσεις με τη Γερμανία, η οποία από την πλευρά της πραγματοποίησε ένα πλήρες υπουργικό συμβούλιο με την Angela Merkel και τους υπουργούς της συζητώντας τα πάντα από την πολιτική της καινοτομίας μέχρι τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας και την επαγγελματική κατάρτιση. Για την Κίνα, αυτή είναι η μεγαλύτερη επίσημη συγκέντρωση που πραγματοποιεί με ξένη δύναμη και μπορεί να θεωρηθεί ως μια πρωτοφανή διπλωματική χειρονομία (αλλά το στρατιωτικό-στρατηγικό στοιχείο που κυριαρχεί τις σχέσεις με τις ΗΠΑ, απουσιάζει σε μεγάλο βαθμό στην περίπτωση της Γερμανίας). Ακόμη πιο σημαντικό, η Κίνα φαίνεται να προτιμά διμερείς σχέσεις με μεμονωμένα κράτη-μέλη της ΕΕ αντί να διαπραγματεύεται με την ΕΕ. Η Κίνα παράγει ακόμη και ένα ειδικό κυβερνητικό scorecard για τις σχέσεις της με τη Γερμανία. Ο Hans Kundani και εγώ περιγράψαμε αυτή τη μοναδική συνεργασία ως μια αναδυόμενη ειδική σχέση μεταξύ της Κίνας και της Γερμανίας.
Ο Γερμανός υπουργός Οικονομίας, Philip Roesler, είχε από πριν στρώσει ρητορικό κόκκινο χαλί για τους Κινέζους επισκέπτες, χαρακτηρίζοντας την τιμωρητική ενέργεια της Κομισιόν έναντι των ηλιακών συλλεκτών της Κίνας, «σοβαρό λάθος». Από την άλλη πλευρά, είναι ο Επίτροπος Εμπορίου της Κομισιόν, de Gurcht, ο οποίος απηχεί τις ανησυχίες του ότι η Κίνα συνεχίζει να είναι free rider στο διεθνές εμπόριο. Η Κομισιόν έχει λάβει διάφορα βήματα για να ενισχύσει το ελεύθερο και δίκαιο εμπόριο με την Κίνα. Η υπόθεση κατά των επιδοτήσεων, που περιλαμβάνει κινεζικές εταιρείες που εξάγουν φωτοβολταϊκά και ηλιακούς συλλέκτες, αξίας 21 δισ. ευρώ ετησίως, είναι η μεγαλύτερη εμπορική διαφωνία που είχε ποτέ η ΕΕ. Και ο de Gurcht στοχεύει τώρα στις επιδοτήσεις που ενισχύουν τους διαρκώς διογκούμενους κινεζικούς τηλεπικοινωνιακούς γίγαντες, Huawei και ΖΤΕ, μεγαλώνοντας τις προκλήσεις με την Κίνα. Ωστόσο το γερμανικό μέγεθος και η αυξημένη δύναμή της στην Ευρώπη, το κάνει πιο επιζήμιο όταν γίνεται διμερώς, κάτι που τελικά αποδυναμώνει το χέρι της Ευρώπης. Οι Κινέζοι λαμβάνουν κάθε πιθανό αντίμετρο, επομένως η δήλωση του Roesler έχει αρκετή σημασία σε ένα γερμανικό πλαίσιο, αλλά υπονομεύει την ευρωπαϊκή προσέγγιση προς την Κίνα.
Η γερμανική ηλιακή ενέργεια είναι ακόμη μάλλον μικρής κλίμακας σε σχέση με τον γερμανικό κλάδο της αυτοκινητοβιομηχανίας. Ωστόσο, η πρόσφατη διαμάχη αναδεικνύει επίσης την αυξημένη γερμανική εξάρτηση από την Κίνα. Παραδόξως, η ευρωπαϊκή-κινεζική διαμάχη για τους ηλιακούς συλλέκτες έχει την καταγωγή της στη Γερμανία καθώς πυροδοτήθηκε από Γερμανούς παραγωγούς ηλιακών συλλεκτών που διαμαρτύρονταν στην Κομισιόν. Στη διάρκεια της επίσκεψής του ο Li επρόκειτο να ταξιδέψει και στο Βραδεμβούργο, όπου αναμένεται να δει και τους 380.000 ηλιακούς συλλέκτες που εγκαταστάθηκαν στο αεροδρόμιο Brandenburg-Briest, το μεγαλύτερο ηλιακό πάρκο στην Ευρώπη. Κατά ειρωνικό τρόπο, το πάρκο είναι επίσης μια μαρτυρία για το πώς δουλεύει η παγκοσμιοποιημένη οικονομία. Η γερμανική εταιρεία Q-Cells, επιβιώνει τώρα μόνο χάρη στους Νοτιοκορεάτες ιδιοκτήτες.
Αλλά η γερμανική αντίδραση ακολουθεί ένα παραδοσιακό μοτίβο μεταξύ των ευρωπαϊκών χωρών για να παίξουν τον «καλό μπάτσο» στους Κινέζους και στη συνέχεια να ρίξουν την ευθύνη στις «Βρυξέλλες». Για παράδειγμα, τα κράτη-μέλη της ΕΕ έχουν επανειλημμένως υποσχεθεί στην Κίνα σε διμερείς συνομιλίες να εργαστούν για να αρθεί το εμπάργκο όπλων ή να λάβει η Κίνα το status μιας οικονομίας της αγοράς, αλλά δεν κάνουν τίποτα για αυτό σε επίπεδο ΕΕ. Άλλο ένα παράδειγμα είναι ο Γάλλος πρόεδρος Hollande ο οποίος επισκέφθηκε την Κίνα πριν από μερικές εβδομάδες: πρώτα φιλική διπλωματία στο Πεκίνο και στη συνέχεια μερικά επιχειρηματικά συμβόλαια, αλλά όταν επέστρεψε στο Παρίσι, ζήτησε πλήρη αμοιβαιότητα και διαμαρτυρήθηκε για τις αθέμιτες κινεζικές επιχειρηματικές πρακτικές.
Είναι ενδιαφέρον ότι η στάση του Li στην Ελβετία θα χρησιμοποιηθεί για να ξεκινήσουν διαπραγματεύσεις για μια συμφωνία ελεύθερου εμπορίου με την Ελβετία, ύστερα από μια παρόμοια συμφωνία με την Ισλανδία. Θα είναι σήμα του Li στην ΕΕ ότι η Κίνα είναι στα αλήθεια ανοιχτή σε περισσότερο ελεύθερο εμπόριο, και ότι το πρόβλημα είναι η Ευρώπη η οποία παίρνει μια στροφή προστατευτισμού.
Οι σχέσεις με την Κίνα θα καθορίσουν λίγο-πολύ το νέο ρόλο της Γερμανίας στην Ευρώπη. Θα είναι μια δοκιμή για το εάν τα συμφέροντα μιας ισχυρότερης Γερμανίας είναι ακόμη ευθυγραμμισμένα με τα ευρύτερα ευρωπαϊκά συμφέροντα. Η Γερμανία χρειάζεται ακόμη να πείσει τους Ευρωπαίους εταίρους ότι για αυτό πρόκειται. Αυτή τη στιγμή, το Βερολίνο αντικαθιστά όλο και περισσότερο τις Βρυξέλλες ως τον τόπο προορισμού για τους φορείς χάραξης πολιτικής της Κίνας.
Ολόκληρο το κείμενο: http://ecfr.eu/blog/entry/china_-_germany_a_new_special_relationship