Ο δρόμος για την ανάπτυξη

 

61 xrimata 330x200 Ο δρόμος για την ανάπτυξη

Η στροφή στην ανάπτυξη μπορεί να είναι αποτέλεσμα σχεδίου και συνεργειών πολιτικής: επενδύσεων, φορολογίας, χρηματοπιστωτικών υποδομών, απασχόλησης, κοινωνικής προστασίας

Στροφή στην ανάπτυξη, με βασικό στόχο την πάταξη της ανεργίας, ειδικά στους νέους για να ανασχεθεί και το κύμα βίας, επιχειρεί η κυβέρνηση. Προετοιμάζει «Λευκή Βίβλο» μαζί με την Κομισιόν για το μέλλον και επιχειρεί αυτή τη φορά να γίνουν κατά γράμμα οι μεταρρυθμίσεις με έμφαση στην φοροδιαφυγή, στην δημόσια διοίκηση και στις αγορές.

Οι πρόδρομοι δείκτες συγκυρίας  ανακάμπτουν (2ετές  υψηλό για το δείκτη του ΙΟΒΕ), το διεθνές κλίμα παραμένει θετικό (δόθηκε το πράσινο φως για τη δόση της ΕΕ από το EuroWorking Group και σήμερα εγκρίνεται η δόση του ΔΝΤ). Παράλληλα,  κύκλοι του ΣΕΒ  αποτιμούν θετικά την στροφή «στο αναπτυξιακό μοντέλο και την έμφαση στην ανάπτυξη μέσω του ιδιωτικού τομέα».

Οικονομολόγοι όμως που ερωτήθηκαν από το Capital.gr αναφέρονται και σε «παγίδες»: κάνουν λόγο για αλληλοσυγκρουόμενες πολιτικές με υψηλούς φόρους, αλλά και για την επίπτωση της  απουσίας ρευστότητας στην ελληνική επιχειρηματικότητα. Παράλληλα κυβερνητικά στελέχη επισημαίνουν διαρκώς το μεγάλο στοίχημα των «μεταρρυθμίσεων» που χρόνια αναγγέλλονται, αλλά πολλάκις αναβλήθηκαν και στην εντός μνημονίου εποχή. 

Η αλλαγή ατζέντας από τη δόση στην ανάπτυξη

Η επιχείρηση αλλαγής  πολιτικού συνθήματος, από την «δόση» στην «ανάπτυξη», είναι φανερή το τελευταίο διάστημα, αλλά και κλιμακούμενη στην κυβέρνηση.  Οι δύο χθεσινές συσκέψεις -κυβερνητικού επιτελείου και τρικομματικής-  υπό τον πρωθυπουργό Αντώνη Σαμαρά έδωσαν και ένα ακόμη στίγμα: τον κομβικό ρόλο της πάταξης της ανεργίας, ειδικά των νέων. 

Η  απόφαση φέρεται ότι ήρθε όχι μόνο από τις «μαύρες» στατιστικές για το μέγα κοινωνικό ζήτημα, αλλά και από το κλίμα βίας το οποίο κορυφαίοι πολιτειακοί παράγοντες συνδέουν πλέον άρρηκτα με την ανεργία. Θέλουν να κατευναστεί άμεσα -όπως αναφέρουν-  καθώς μπορεί να προκαλέσει (και) εμπόδια στην ίδια την αναπτυξιακή προσπάθεια, ειδικά στην εικόνα της χώρας προς το εξωτερικό.

Ο κυβερνητικός σχεδιασμός

Το σχέδιο της κυβέρνησης είναι σύμφωνα με αρμόδια στελέχη, να μην χαθεί (αυτή τη φορά) το «μομέντουμ» της καλής εικόνας στο εξωτερικό και  να γίνουν κατά γράμμα όσα η κυβέρνηση έχει υπογράψει στο μνημόνιο αλλά και υποσχεθεί σε πολίτες και επιχειρηματίες. 

Πρώτος σταθμός είναι η ανάκαμψη από το τέλος του 2013. Επόμενος στόχος είναι η επιστροφή σε  ανάπτυξη από το 2014 με λελογισμένες παροχές:  “δίχτυ” φτώχειας για τους αδυνάτους ή μείωση ΦΠΑ ή άλλα μέτρα (αν και εφόσον καταφέρει η κυβέρνηση να υπερκεράσει τους δημοσιονομικούς στόχους του 2013). 

Οι «παγίδες» στο δρόμο για την ανάπτυξη 

«Η υπόσχεση για μεταρρυθμίσεις και συνεκτικό σχέδιο ανάπτυξης μετά από 5 χρόνια ύφεσης και αλλεπάλληλα πακέτα μέτρων  δεν γίνεται  εύκολα πιστευτή από την μεγάλη  μάζα των πολιτών αλλά και των μικρομεσαίων επιχειρηματιών» αναφέρουν κυβερνητικοί παράγοντες.  Ο λόγος είναι, συνεχίζουν, ότι οι στόχοι του μνημονίου είναι δύσκολοι, υπάρχουν αστάθμητοι παράγοντες αλλά και «παγίδες» που προκαλούν τα ίδια τα μέτρα ή λάθη στον σχεδιασμό:

* Το πρώτο μέλημα είναι να τηρηθούν δεσμεύσεις του μνημονίου που είναι δύσκολες και έμειναν πολλάκις στα χαρτιά τα χρόνια που προηγήθηκαν. Απαιτείται, συνεχίζουν, υπό συνθήκες 5ετούς ύφεσης, η κατά γράμμα τήρηση των δημοσιονομικών στόχων, η  έμφαση σε αποκρατικοποιήσεις και σε απελευθερώσεις αγορών, αλλά και η άμεση πάταξη φοροδιαφυγής (γιατί αλλιώς θα έρθουν νέα μέτρα όπως έκανε σαφές ο υπουργός Γ. Στουρνάρας).  

* Η ανάπτυξη έχει στο επίκεντρό της την ρευστότητα την οποία δεν μπορεί να παράσχει μόνο το ΕΣΠΑ (μένουν προς διάθεση 15 δισ. ευρώ περίπου) αλλά πρέπει να συνδράμουν και οι τράπεζες. Πρόσφατα κορυφαίο κυβερνητικό στέλεχος έκανε σε κατ΄ ιδίαν συνάντηση σαφές ότι η ανακεφαλαιοποίηση του Απριλίου δεν είναι καθόλου βέβαιο ότι από μόνη της θα λύσει το θέμα, άποψη που συμμερίζονται τραπεζίτες και οικονομολόγοι.  

* Το ίδιο το μείγμα πολιτικής του μνημονίου, που υποχρεώνει σε υψηλούς φόρους (τουλάχιστο έως και το 2016) «τρώει» τις πολιτικές τόνωσης της ανάπτυξης και της απασχόλησης, αναφέρουν οικονομολόγοι. 

* Άλλες πηγές κάνουν λόγο για διάσπαρτα σχέδια ανάπτυξης που τροφοδοτούνται από διάφορους “πόλους” και δεν έχουν συνεκτικότητα.  Φέρουν ως παράδειγμα την άμεση αντίδραση της Γαλλίας στην αύξηση της ανεργίας  με συνεκτικό σχέδιο τη στιγμή που στην Ελλάδα συνεχίζονται «ζυμώσεις» για την ανάπτυξη ανάμεσα σε υπουργεία, στα κυβερνόντα κόμματα και στην τρόικα.  

* Ερευνητικά κέντρα που συνδράμουν στο κυβερνητικό έργο κάνουν λόγο για λάθος στόχευση στην ανεργία μόνο των νέων. Εξηγούν ότι μέγα ζήτημα είναι η παραμονή εκτός της αγοράς των ατόμων άνω των 45 ετών καθώς αποτελούν «αρχηγούς» οικογενειών και έτσι αποδομείται ο παραγωγικός ιστός, χάνεται μεγάλο μέρος της φοροδοτικής ικανότητας και της κοινωνικής συνοχής.

Ο πρωθυπουργός Αντώνης Σαμαράς, φέρεται ότι πλέον αναλαμβάνει προσωπικά την «επίβλεψη» του ζητήματος «ανάπτυξη» με βασικούς συντελεστές δύο ακόμη πρόσωπα: 

* τον υπουργό Οικονομικών Γ. Στουρνάρα, τον άνθρωπο του είχε αναλάβει και την αναστροφή του κλίματος στην διαδικασία ένταξης στην ΟΝΕ, τότε,  τα «καλά» χρόνια, όταν η Ελλάδα ήταν το μικρό οικονομικό θαύμα και όχι το «μαύρο πρόβατο», αλλά και

* τον  υπουργό Ανάπτυξης Κ. Χατζιδάκη που καλείται να  φέρει εις πέρας μία πολύ συμπυκνωμένη ατζέντα μέτρων – παρεμβάσεων στις αγορές και στην χρηματοδότηση του ιδιωτικού τομέα. Χθες, μαζί με τον επικεφαλής της Ομάδας Δράσης Χόρστ Ράιχενμπαχ προανήγγειλαν και την συγγραφή  από κοινού με την Κομισιόν μίας Λευκής Βίβλου στο πρότυπο αυτής του Ζακ Ντελόρ για την πολυετή (και μετά μνημονίου) ανάπτυξη της Ελλάδας.
  
Σχολιάζοντας την αναπτυξιακή πολιτική της κυβέρνησης και το ενδεχόμενο να υπάρχουν ο κ. Ιωάννης Τσαρμουγκέλης, Αναπληρωτής καθηγητής Παν. Αιγαίου μιλώντας στο Capital.gr δήλωσε: «Το υπόδειγμα οικονομικής πολιτικής που ακολουθεί η κυβέρνηση αποσκοπεί στην βελτίωση της ελκυστικότητας της χώρας για επενδύσεις. Η ελκυστικότητα σχετίζεται κυρίως με δύο τομείς. Με τη μείωση του κόστους εργασίας και με την απλοποίηση των όρων επιχειρηματικής λειτουργίας που σχετίζονται με τις γραφειοκρατικές δομές των δημοσίων υπηρεσιών και την συνεπακόλουθα καταπολέμηση της διαφθοράς. Δυστυχώς η κυβέρνηση ελάχιστα μεριμνά για τη μείωση του κόστους του χρήματος που αντιμετωπίζουν οι ελληνικές επιχειρήσεις. Έτσι η προσέλκυση επενδύσεων καταλήγει να απευθύνεται κατά κύριο λόγο σε φορείς του εξωτερικού που χρηματοδοτούνται από τα δικά τους χρηματοπιστωτικά συστήματα με πολύ μικρότερο κόστος και αποκλείει την επενδυτική κινητικότητα που μπορεί να επιδειχθεί από ελληνικά κεφάλαια εξαιτίας των πιστωτικών εμποδίων και της έλλειψης ρευστότητας που παράγει το εγχώριο τραπεζικό σύστημα.  Αυτό το πλαίσιο οδηγεί  στην συγκέντρωση της ανάπτυξης σε τομείς και γεωγραφικές περιοχές υψηλής διεθνούς ανταγωνιστικότητας που ενεργοποιούν το επενδυτικό ενδιαφέρον των ξένων και στη μη διάχυση από τον πλουραλισμό των δραστηριοτήτων που μπορεί να επιδείξει το μικρό-μεσαίο και μεγάλο εθνικό κεφάλαιο.  Έτσι θα καταγράφονται σταδιακά γεωγραφικοί και τομεακοί θύλακες ανάπτυξης και απασχόλησης σε μια οικονομία περιορισμένης ανάπτυξης και υψηλής ανεργίας. Η ανάπτυξη θα αφορά λίγους και η μη ανάπτυξη και η ανεργία περισσότερους, ενώ θα περιορίζονται οι δυνατότητες μετάβασης από τη χαμηλή στη μεσαία και από τη μεσαία στην ανώτερη εισοδηματικά τάξη. Οι ταξικές διαφορές θα βαθύνουν, η μεσαία τάξη θα κατατροπωθεί ενώ θα ενισχυθεί η κοινωνική πόλωση». 

Από την πλευρά του για το ίδιο θέμα ο Οικονομολόγος Χρήστος Α. Ιωάννου τόνισε πως: «Με ανεργία αυξανόμενη επί  52 μήνες συνεχώς, με αποτέλεσμα τον σχεδόν τετραπλασιασμό της έναντι του 7,3%  του Μαΐου 2008,  και με σωρευτική απώλεια σχεδόν του 25% του ΑΕΠ έκτοτε, η επίκληση της «ανάπτυξης» ως λύσης στην τρέχουσα βαθειά κρίση της ελληνικής οικονομίας (εάν δεν είναι ανέκδοτο αδαούς πολιτευτού) είναι άνευ ουσίας  όταν στην πράξη αγνοούνται οι θεμελιώδεις ανισορροπίες και επιλογές που οδήγησαν εκεί. 

Επιτομή των ανισορροπιών είναι η εξαιρετικά άνιση σχέση μεταξύ, αφενός,  του  τομέα  των «διεθνώς εμπορευσίμων» προϊόντων και υπηρεσιών  και,  αφετέρου, του προστατευμένου τομέα των «διεθνώς μη εμπορευσίμων».  Ήδη το 2000,  ενόψει ένταξης στο ευρώ,  ο τομέας των «διεθνώς εμπορευσίμων» έδινε μόνον το 20,5% του ΑΕΠ, και το  2000-2009   αναπτύχθηκε μόνον 5%. Η «ανάπτυξη» του 2000-2009 βασίσθηκε  σχεδόν αποκλειστικά στα «μη εμπορεύσιμα» που μεγεθύνθηκαν  40%. Η θεμελιώδης ανισορροπία εντάθηκε, η οικονομία κατέρρευσε, χρεοκόπησε. 

Η στροφή στην ανάπτυξη μπορεί να είναι αποτέλεσμα σχεδίου και συνεργειών πολιτικής: επενδύσεων, φορολογίας, χρηματοπιστωτικών υποδομών, απασχόλησης, κοινωνικής προστασίας.  Προς το παρόν και το σχέδιο και οι αναγκαίες πολιτικές, ως έργα, απουσιάζουν. Αλληλοεξουδετερούμενες επιλογές (π.χ. φορολογία/απασχόληση), αντί να συμβάλλουν σε βιώσιμες ισορροπίες, καθυστερούν και την  σταθεροποίηση. 

Τι αναφέρουν κύκλοι του ΣΕΒ

Θετικά αποτιμούν κύκλοι του ΣΕΒ την αλλαγή που επιχειρεί να δρομολογήσει η κυβέρνηση στο αναπτυξιακό μοντέλο και την έμφαση στην ανάπτυξη μέσω του ιδιωτικού τομέα. Είναι θετικές οι πρωτοβουλίες και οι δηλώσεις του πρωθυπουργού, αναφέρουν χαρακτηριστικά πηγές του Συνδέσμου. Προσθέτουν ότι η ανάπτυξη και η καταπολέμηση της ανεργίας μπορούν να έρθουν μέσω του ιδιωτικού τομέα, όπως συμβαίνει σε όλες τις δυτικές οικονομίες. Αυτό δείχνουν άλλωστε και οι επενδύσεις ύψους 12 δισ. ευρώ που υλοποιήθηκαν μέσα στην κρίση από τον ιδιωτικό τομέα, προσθέτουν οι ίδιοι κύκλοι. Ένας ακόμη τομέας που μπορεί να συνδράμει στην κατεύθυνση της ανάπτυξης και της δημιουργίας απασχόλησης είναι ο τομέας της καινοτομίας, στον οποίο επίσης πρωτοστατεί ο ιδιωτικός τομέας.

Σε κάθε περίπτωση, ο ΣΕΒ έχει εδώ και πολλά χρόνια διακηρύξει την ανάγκη διαφοροποίησης του αναπτυξιακού μοντέλου της χώρας – και έχει συνδράμει με εκτεταμένες μελέτες, τοποθετήσεις και προτάσεις – που θα στηρίζεται στον ιδιωτικό τομέα και αφού έχουν προηγηθεί εκτεταμένες μεταρρυθμίσεις για το άνοιγμα των αγορών, την καταπολέμηση της γραφειοκρατίας και τη δημιουργία ευνοϊκού κλίματος για τις επενδύσεις (φορολογικό, ενεργειακό, αδειοδότηση, φοροδιαφυγή, απελευθέρωση επαγγελμάτων).

Συνεισφορά και από τη ναυτιλία 

Σχολιάζοντας, τέλος, από την Ακτή Μιαούλη, επισημαίνουν πως η ναυτιλία αποτελεί κατεξοχήν χώρο που προσφέρεται για να μειωθεί η ανεργία,  ειδικά τώρα που η χώρα περισσότερο από ποτέ πρέπει να εξισορροπήσει το ελλειμματικό ισοζύγιο εμπορικών συναλλαγών, εάν καταστεί ανταγωνιστικότερη η ελληνική σημασία αλλά και η χώρα ως έδρα για τις διαχειρίστριες ναυτιλιακές που αυτή τη στιγμή εδρεύουν στο εξωτερικό. 

Οι εφοπλιστές «δείχνουν» την πρόσφατη μελέτη του ΙΟΒΕ η οποία υπολογίζει στο 5,8% του ΑΕΠ το επιπλέον όφελος για την εθνική οικονομία από μία ενίσχυση των εργασιών της ναυτιλίας σε έκταση που να αντιστοιχεί στη δραστηριότητα των ελληνικών γραφείων στο εξωτερικό, η οποία θα διεκπεραιώνεται από ελληνικά και ξένα ναυτιλιακά γραφεία ευρισκόμενα στην ελληνική επικράτεια, με ταυτόχρονη επαρκή ανταπόκριση των υπολοίπων κλάδων στην κάλυψη της αυξημένης ζήτησης για προϊόντα και υπηρεσίες.
 
Σύμφωνα με τη μελέτη, η δυνητική συνεισφορά της ποντοπόρου ναυτιλίας από αυτή την ενίσχυση σε όρους εγχώριας προστιθέμενης αξίας θα μπορούσε να ξεπεράσει τα 26 δισ. ευρώ, υψηλότερα κατά 12,7 δισ. ευρώ σε σχέση με την υφιστάμενη κατάσταση, ήτοι επιπλέον ΑΕΠ της τάξης του 5,8% ετησίως. Η δυνητική συνεισφορά της ποντοπόρου ναυτιλίας σε όρους εγχώριας προστιθέμενης μπορεί έτσι να πλησιάσει το 10% του ΑΕΠ ετησίως ενώ η δυνητική απασχόληση μπορεί να ξεπεράσει τις 550 χιλ. θέσεις εργασίας.
 
Η δυνητική απασχόληση σε αυτή την «διευρυμένη» πλέον περίπτωση ξεπερνάει τις 550 χιλ. θέσεις εργασίας. Έτσι, σε σύγκριση με την υφιστάμενη κατάσταση δυνητικά μπορούν να δημιουργηθούν 360 χιλ. νέες θέσεις εργασίας στην οικονομία υπό τις υποθέσεις του σεναρίου επέκτασης των εργασιών της ναυτιλίας.

Πηγή:www.capital.gr

 
This entry was posted in ΕΙΔΗΣΕΙΣ and tagged , , , , , . Bookmark the permalink.

Comments are closed.