Τι απασχολεί τους Έλληνες επιχειρηματίες;
- Η βελτίωση της πρόσβασης στη χρηματοδότηση (π.χ. κρατικές εγγυήσεις) με 86%,
- τα νομισματικά μέτρα (δηλαδή χαμηλότερα επιτόκια) με ποσοστό 78%,
- οι φόροι (όπως ατομικές ή εταιρικές φορολογικές περικοπές ή φοροαπαλλαγές) με ποσοστό 72%,
- οι εργασιακές πολιτικές (πχ επιστροφή των μακροχρόνια ανέργων στην απασχόληση) με 66%
- και τα δημοσιονομικά μέτρα (δηλαδή αύξηση κρατικών δαπανών και επενδύσεων) με 64%
είναι τα ζητήματα που απασχολούν του ελληνες επιχειρηματίες, σύμφωνα με την έρευνα International Business Report (IBR) της Grant Thornton.
Συγκεκριμένα:
Η αισιοδοξία των επιχειρήσεων έπεσε απότομα παγκοσμίως κατά τη διάρκεια του τρίτου τριμήνου του 2012, σύμφωνα με την πρόσφατη έρευνα International Business Report (IBR) της Grant Thornton.
Παρά τις προσπάθειες για την ενίσχυση των επενδύσεων, η πλειοψηφία των επιχειρήσεων δηλώνει ότι θα διατηρήσει ή θα αυξήσει τα ταμειακά διαθέσιμα – ενισχύοντας τα 4 τρις δολάρια μετρητών που αναφέρονται στους ισολογισμούς τους. Για να αναπτύξουν τις οικονομίες τους, η πλειοψηφία των 3.000 επιχειρήσεων που συμμετείχαν στην έρευνα, θέλουν οι κυβερνήσεις τους να αυξήσουν τη δημοσιονομική δραστηριότητα – κάτι το οποίο μπορεί να ενισχύσει τις επενδύσεις.
Ο Paul Raleigh, Global leader of growth της Grant Thornton International, αναφέρει: “Με τις προοπτικές της οικονομίας τόσο αβέβαιες, οι επιχειρήσεις παγκοσμίως εξακολουθούν να συσσωρεύουν μετρητά αντί να τα επανεπενδύουν στις λειτουργίες τους. Υπάρχει ένας φαύλος κύκλος στην εργασία, στον οποίο η χαμηλή αυτοπεποίθηση οδηγεί στην καθυστερημένη λήψη αποφάσεων για επενδύσεις, πρόσληψη προσωπικού και ανταμοιβή κορυφαίων επιδόσεων. Αυτή η καθυστερημένη λήψη αποφάσεων μεταφράζεται σε βραδύτερη ανάπτυξη, η οποία με τη σειρά της υπονομεύει την αυτοπεποίθηση.”
“Η λογική μπορεί να υπαγορεύει στους επιχειρηματίες να κρύψουν τα μετρητά τους κάτω από το στρώμα τους και να περιμένουν για μια βιώσιμη ανάπτυξη. Το ένστικτο όμως, μπορεί να πει ότι με τα χαμηλά επιτόκια και το άφθονο ταλέντο, είναι η τέλεια στιγμή για να επενδύσουν τόσο σε ανθρώπους όσο και σε λειτουργίες, έτσι ώστε να ξεπεράσουν τον ανταγωνισμό όταν η παγκόσμια οικονομία θα βρίσκεται σε ασφαλέστερα επίπεδα.”
Η έρευνα IBR αποκαλύπτει ότι οι επιχειρήσεις αναζητούν μεγαλύτερη δημοσιονομική τόνωση, με τη μορφή φορολογικών κινήτρων και αύξηση των κρατικών δαπανών και επενδύσεων, και παύση των περαιτέρω νομισματικών μέτρων. Παγκοσμίως, το 68% των επιχειρήσεων απαιτεί μεγαλύτερες φορολογικές περικοπές, ενώ το 48% των επιχειρήσεων αναφέρει ότι θα ήθελε να δει αύξηση κρατικών δαπανών και επενδύσεων.
Τι ζητούν όμως οι Έλληνες επιχειρηματίες από την κυβέρνηση έτσι ώστε να ενισχυθεί η οικονομία; Η βελτίωση της πρόσβασης στη χρηματοδότηση (π.χ. κρατικές εγγυήσεις) ήταν αυτό που επέλεξαν οι ερωτηθέντες στη συντριπτική τους πλειοψηφία (86%). Ακολούθησαν τα νομισματικά μέτρα (δηλαδή χαμηλότερα επιτόκια) με ποσοστό 78%, οι φόροι (όπως ατομικές ή εταιρικές φορολογικές περικοπές ή φοροαπαλλαγές) με ποσοστό 72%, οι εργασιακές πολιτικές (πχ επιστροφή των μακροχρόνια ανέργων στην απασχόληση) με 66% και τα δημοσιονομικά μέτρα (δηλαδή αύξηση κρατικών δαπανών και επενδύσεων) με 64%.
Η διάθεση για αύξηση κρατικών δαπανών και επενδύσεων προκύπτει καθώς οι επιχειρήσεις αναφέρουν ότι πρόκειται να βρεθούν με αυξημένα ταμειακά διαθέσιμα τους επόμενους μήνες. Παγκοσμίως, το 80% των επιχειρήσεων αναμένουν είτε να διατηρήσουν είτε να αυξήσουν τα ταμειακά τους διαθέσιμα μέσα στους επόμενους 12 μήνες, σύμφωνα με την IBR. Ένα ευρύτερο 45% επιχειρήσεων διατηρεί προς το παρόν ταμειακά διαθέσιμα πάνω από το 10% των εσόδων τους, ενώ το 14% των επιχειρήσεων αναφέρει ότι το ποσοστό αυτό ξεπερνάει το 30% των εσόδων τους. Όσον αφορά στην Ελλάδα, σε ποσοστό 70% οι Έλληνες επιχειρηματίες απάντησαν πως διατηρούν ταμειακά διαθέσιμα κάτω από το 10% των εσόδων τους, ενώ τα ίδια επίπεδα ρευστού αναμένει να διατηρήσει και τους επόμενους 12 μήνες το 64% των επιχειρηματιών της Ελλάδας.
Ο Paul Raleigh συνέχισε: “Πολλές κυβερνήσεις ανεπτυγμένων αγορών παλεύουν με τεράστια χρέη. Οι κυβερνήσεις έχουν πλέον τη μεγάλη ευθύνη να παρέχουν ηγεσία και να συνεργαστούν για να ξεπεράσουν τα προβλήματα χρέους και να δημιουργήσουν το απαραίτητο περιβάλλον για να βοηθήσουν τις μελλοντικές επενδύσεις.
Παγκοσμίως, η αισιοδοξία των επιχειρήσεων έπεσε από 23% σε 8% το τρίτο τρίμηνο του 2012. Η πτώση της αισιοδοξίας στις τρεις μεγαλύτερες οικονομίες είναι πλέον εμφανής:
- Στις ΗΠΑ, οι Προεδρικές εκλογές και το διαφαινόμενο «οικονομικό αδιέξοδο» δυσχεραίνουν τη λήψη αποφάσεων και η αισιοδοξία έπεσε από 50% σε μόλις 19%.
- Στην Κίνα, η εμπιστοσύνη έπεσε από 33% σε 11% καθώς η σημαντική επιβράδυνση, ειδικά στις εξαγωγές, πλήττει την οικονομία.
- Και με τις ελπίδες ότι οι πρόσφατες ανακοινώσεις της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας θα έδιναν τέλος στην ευρωπαϊκή κρίση να μειώνονται, η αισιοδοξία στην Ευρώπη έπεσε από -2% σε -13%.
Η παρατηρούμενη μειωμένη αισιοδοξία έχει μετριάσει τις προοπτικές επενδύσεων για τις επιχειρήσεις. Οι προσδοκίες για ενίσχυση των επενδύσεων σε εγκαταστάσεις και μηχανήματα μέσα στους επόμενους 12 μήνες έχουν πέσει κατά 6 ποσοστιαίες μονάδες παγκοσμίως, με σημαντικότερες στην Κίνα (-12), στη Γερμανία (-11) και στις ΗΠΑ (-11). Επιπλέον, και στις 3 χώρες, 10% λιγότερες επιχειρήσεις σε σχέση με πέρυσι προγραμματίζουν να κάνουν αυξήσεις μισθών, μειώνοντας τις ελπίδες για αύξηση της καταναλωτικής ζήτησης.
Ποιο είναι, όμως το κλίμα και οι προβληματισμοί που επικρατούν στην Ελλάδα; Παρ’ όλο που το 98% των Ελληνικών επιχειρήσεων δηλώνουν ότι δεν επιθυμούν η Ελλάδα να βγει από το ευρώ, το 88% πιστεύει ότι η ευρωπαϊκή κρίση είχε πολύ αρνητικό αντίκτυπο στις επιχειρήσεις τους. Παρ’ όλα αυτά, το 72% των επιχειρηματιών αναφέρει ότι η κρίση της Ευρωζώνης δεν άλλαξε κάτι στα σχέδιά τους για δραστηριοποίηση στην Ευρώπη.
Ως μεγαλύτερη θετική επίπτωση από την είσοδο της Ελλάδας στην Ευρωζώνη, οι Έλληνες επιχειρηματίες θεωρούν την εξάλειψη του συναλλαγματικού κινδύνου, με ποσοστό 23,4%. Ακολουθεί το ισχυρότερο νόμισμα (18,4%) και η ενίσχυση του εμπορίου με άλλες ευρωπαϊκές χώρες (15,8%). Αντίθετα, σχετικά με την αρνητική επίπτωση της εισόδου της Ελλάδας στην Ευρωζώνη την πρώτη θέση καταλαμβάνει η αδυναμία υποτίμησης του νομίσματος για λόγους ανταγωνιστικότητας (34,6%) και ακολουθούν τα κόστη και η αύξηση τιμών (30,8%).
πηγή: kerdos.gr