Τελευταία είμαστε μάρτυρες διαφόρων αιτημάτων και δηλώσεων που στοχοποιούν ευθέως το χώρο των ΑΠΕ και βάλουν εναντίον του με ιδιαίτερα προσβλητικά σχόλια εναντίον των ιδιωτών επενδυτών. Οι πλέον πρόσφατες πιέσεις ξεκινούν από την οικονομική επιβάρυνση των επενδύσεων Α.Π.Ε. μέσω του αποκαλούμενου Μεταβατικού Τέλους Ασφάλειας Εφοδιασμού (Τέλος Διακοψιμότητας) προς όφελος τάχα της βιομηχανίας, και φτάνουν στις πρόσφατες τοποθετήσεις και προτάσεις της (δεσπόζουσας στο χώρο) ΔΕΗ για τον ταμειακό διαχωρισμό και απόδοση του ΕΤΜΕΑΡ μόνον όταν δήθεν το έχει εισπράξει από τους καταναλωτές, με στόχο δήθεν τη μείωση του κόστους ενέργειας προς όφελος των καταναλωτών.
Όλες οι παραπάνω δηλώσεις και αιτήματα δυστυχώς εμπεριέχουν παραποιήσεις, αποσιωπήσεις και εκφράζουν μισές αλήθειες και κάποια στιγμή θα πρέπει να μπουν τα πράγματα στη θέση τους.
Συγκεκριμένα και με αφορμή το πρόσφατα εκδοθέν (ανυπόγραφο δελτίου τύπου με τη θέση της ΔΕΗ για το ΕΤΜΕΑΡ, οι απόψεις του ΕΣΜΥΕ έχουν ως εξής:
Καταρχήν διαμαρτυρόμαστε έντονα και είμαστε σε πλήρη αντίθεση με τις θέσεις και τον τρόπο που εκφράζονται στο Δελτίο Τύπου της ΔΕΗ, με τις παραποιήσεις που εντέχνως εμπεριέχονται σε αυτό καθώς και με τον ισοπεδωτικά οριζόντιο χαρακτήρα του.
Σχετικά με την οριζόντια αναφορά στο συγκεκριμένο για το υπέρμετρο ΕΤΜΕΑΡ, και για την πάγια επιδίωξη της ΔΕΗ για μείωση του κόστους ηλεκτρικής ενέργειας προς όφελος των καταναλωτών, θα πρέπει να αναφερθούν τα εξής:
- Οι σκοποί της ΔΕΗ ΑΕ αποτυπώνονται στο άρθρο 3 του καταστατικού της επιχείρησης. Οποιαδήποτε περαιτέρω ερμηνεία των σκοπών και στόχων της επιχείρησης είναι αυθαίρετη. Ο μονοπωλιακός χαρακτήρας της στο χώρο της ενέργειας δεν της προσδίδει ιδιότητες ΜΚΟ ούτε την εντάσσει, τουλάχιστον επίσημα, στα όργανα χάραξης πολιτικής μη τεχνοκρατικού χαρακτήρα.
- Στο κείμενο φαίνεται ότι η ΔΕΗ αγνοεί προφανώς ότι το κόστος της ηλεκτρικής ενέργειας ουδεμία σχέση έχει με το ΕΤΜΕΑΡ (Ειδικό Τέλος Μείωσης Εκπομπών Αερίων Ρύπων) το οποίο αποτελεί νομοθετημένη αντιστάθμιση της Ευρωπαϊκής και παγκόσμιας απαίτησης για περιορισμό του τεράστιου κόστους που καλούνται να πληρώσουν τα κράτη λόγω της κλιματικής αλλαγής. Που όμως ενώ δεν είναι κόστος για τη ΔΕΗ, είναι τμήμα του κόστους για τον τελικό καταναλωτή, που δεν ενσωματώνεται μέχρι στιγμής στην ΟΤΣ. Μπορεί κανείς να ανατρέξει σε σχετικές αποφάσεις του Συμβουλίου της Επικρατείας καθώς και εναρμονίσεις της χώρας μας σε ευρωπαϊκές οδηγίες και διεθνείς δεσμεύσεις. Η Ευρωπαϊκή και η διεθνής εμπειρία δείχνει ότι η ευρεία αξιοποίηση των ΑΠΕ μειώνει το κόστος του ρεύματος.
- Εντύπωση προκαλεί ότι δεν γίνεται καμία αναφορά στο θέμα των χρεώσεων δικτύου & συστήματος ούτε βέβαια στις επιβαρύνσεις ΥΚΩ, τα οποία και αυτά αποτελούν ξεχωριστά σκέλη των λογαριασμών και τα οποία οι καταναλωτές πληρώνουν συμμετρικά με όλα τα σκέλη του λογαριασμού τους. Από πουθενά δεν προκύπτει το δήθεν φαινόμενο να έχουν εξοφληθεί επιλεκτικά μόνο τα ποσά του ΗΕΠ και να παραμένουν απλήρωτες οι ρυθμιζόμενες χρεώσεις που αφορούν εξίσου τον ηλεκτρισμό (Τέλος Συστήματος, Τέλος Δικτύου, ΥΚΩ και ΕΤΜΕΑΡ).
- Υπενθυμίζουμε ότι η ραγδαία ανάπτυξη των δικτύων Μέσης Τάσης που παρατηρήθηκε την προηγούμενη 10ετία, οφείλεται κατά κύριο λόγο στην ανάπτυξη των ΑΠΕ, κυρίως αιολικών και υδροηλεκτρικών, τα οποία χρηματοδοτήθηκαν από τους παραγωγούς και παραδόθηκαν χωρίς κανένα αντίτιμο στη ΔΕΗ αμέσως μετά την ηλέκτρισή τους. Τα δίκτυα αυτά αποτελούν σήμερα πάγιο περιουσιακό στοιχείο της επιχείρησής σας, τη συντήρηση των οποίων και μέρος του υποτιθέμενου κόστους τους (το οποίο πληρώνουν και ήδη πλήρωσαν οι παραγωγοί Α.Π.Ε.) παρ’ όλα αυτά μετακυλύετε στον καταναλωτή.
Συνολικά, ενώ σε όλες τις χρήσεις, το ΕΤΜΕΑΡ δεν ξεπερνά το 16-17% του συνολικού κόστους της λιανικής αγοράς ηλεκτρισμού, οι φόροι (χωρίς το φόρο καυσίμων), το κόστος της ηλεκτροπαραγωγής από λιγνίτη και το κόστος της ηλεκτροπαραγωγής από φυσικό αέριο ξεπερνούν συνδυαστικά το 45-50% του συνολικού κόστους ενώ το κόστος δικτύων μαζί με το κόστος επιδότησης της ηλεκτροπαραγωγής στα νησιά ξεπερνούν αθροιστικά το 25%%.
Ερωτάμε: Ποια επιβάρυνση είναι μεγαλύτερη στον τελικό καταναλωτή; Αυτή των παραπάνω ή του ΕΤΜΕΑΡ;
- Η αναφορά στο γεγονός ότι η υποχρέωση της ΔΕΗ να αγοράζει το σύνολο της παραγωγής των ΑΠΕ, ενώ θα μπορούσε να προμηθεύεται την αντίστοιχη ποσότητα ενέργειας σε πολύ φθηνότερες τιμές είναι τουλάχιστον ατυχής. Και εξηγούμε για τους μη γνωρίζοντες: η ΔΕΗ αγοράζει την παραγόμενη από ΑΠΕ ενέργεια με την οριακή τιμή του συστήματος και δεν υπάρχει καμία προνομιακή αντιμετώπιση από πλευράς της ως προς το σκέλος της τιμής. Επίσης, είναι γνωστό καταρχήν ότι σήμερα τα εγκατεστημένα μικρά υδροηλεκτρικά έργα παράγουν σήμερα (μαζί με τα αιολικά πάρκα) τη φθηνότερη ανανεώσιμη μορφή ενέργειας στην Ελλάδα, με κόστος που είναι 20% σχεδόν χαμηλότερο από το κόστος παραγωγής από εισαγόμενο φυσικό αέριο.
Συγκεκριμένα το κόστος ηλεκτροπαραγωγής από φυσικό αέριο ανέρχεται σε 105-110 € την μεγαβατώρα, ενώ το κόστος παραγωγής της μικροϋδροηλεκτρικής ενέργειας είναι 85 € την μεγαβατώρα πληρωτέο συνολικά στον παραγωγό και δε βαρύνει στο σύνολό του, τον προμηθευτή που είναι η ΔΕΗ ΑΕ. Έτσι κάθε kWh που παράγεται από ΜΥΗΕ οδηγεί σε μείωση του τελικού κόστους παραγωγής διότι υποκαθιστά μια ακριβότερη μονάδα παραγωγής. Ταυτόχρονα απομειώνει την αντίστοιχη ΟΤΣ προς όφελος της προμήθειας και κυρίως της ΔΕΗ που έτσι κι αλλιώς προμηθεύεται την ηλεκτρική ενέργεια σε συγκεκριμένη τιμή που διαμορφώνεται τεχνικά από την ίδια. Και δοθέντος ότι η ΔΕΗ πουλάει στον οικιακό πχ καταναλωτή σε τιμή που ξεκινάει από 0.110€/KWh.
Και βέβαια, αργεί μεν η ΔΕΗ να εισπράξει από τους πελάτες, αλλά και οι παραγωγοί ΜΥΗΕ αργούν 5 και πλέον μήνες να εξοφληθούν από το ΛΑΓΗΕ. Είναι όμως απαράδεκτο κυριολεκτικά, η ΔΕΗ να προσπαθεί να νομοθετήσει αλλάζοντας την υφή του λογαριασμού της, και αποφασίζοντας αυθαίρετα ότι το δικό της κόστος είσπραξης θα το μεταφέρει στην πλέον κερδοφόρα για εκείνη μερίδα των παραγωγών, τα ΜΥΗΕ.
Βέβαια, η ΔΕΗ που παράγει μόνο το 67% της Η.Ε. στην Ελλάδα αλλά επιδιώκει να προμηθεύει το 97%, ώστε να μην χάσει το προνόμιο να καθορίζει την τιμολογιακή πολιτική όλης της χώρας, θέλει τώρα να αποφασίσει από μόνη της να μην πληρώνεται τμήμα των παραγωγών της χώρας. Ενώ συνεχίζει και πληρώνει τα ΑΔΙ χωρίς να μιλάει, ενώ συνεχίζει να καρπούται το τμήμα του τιμολογίου μεταξύ της τιμής που αποζημιώνει του οικιακούς Φ/Β παραγωγούς και της τιμής που πουλάει στους καταναλωτές, κλπ.
Εύλογο είναι το ερώτημά μας, γιατί η ΔΕΗ επεμβαίνει σήμερα στο θέμα ΕΤΜΕΑΡ για το οποίο τονίζουμε δεν έχει καμία αρμοδιότητα βάσει του νόμου και του καταστατικού της, αφήνοντας εκτός θέματα που άπτονται άμεσα της δικής της τιμολογιακής πολιτικής και καθορίζουν καταλυτικά το κόστος της ενέργειας στον τελικό καταναλωτή.
- Οι αναφερόμενες «φθηνότερες τιμές προμήθειας» που αναφέρει η ΔΕΗ μπορούν να προέλθουν από 3 πηγές. Εισαγωγές (οι οποίες αν και περιστασιακά φθηνές) επιβαρύνουν το εμπορικό ισοζύγιο και αυξάνουν την ενεργειακή εξάρτηση της χώρας, από λιγνίτη, η οποία εκτός του ότι επιβαρύνει το περιβάλλον και το κόστος παραγωγής λόγω της αύξησης του κόστους αγοράς δικαιωμάτων εκπομπών αερίων ρύπων, επιπλέον μειώνει τα πολύτιμα στρατηγικά λιγνιτικά αποθέματα της χώρας και από φυσικό αέριο η οποία αυξάνει την εξάρτηση της χώρας από ένα ακριβό και όχι ιδιαίτερα καθαρό εισαγόμενο καύσιμο.
Η παραπάνω άποψη με τον συνακόλουθο αποτέλεσμα της αναστολής της περαιτέρω ανάπτυξης των ΑΠΕ και της μη αξιοποίησης καθαρών και ανεξάντλητων εγχώριων πόρων, είναι στην κρίση του καθενός.
Πάγιο και συνεχές αίτημά μας ως Σύνδεσμος που εκπροσωπεί την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας από ΜΥΗΕ, είναι η καταβολή μέρους της αποζημίωσης της ενέργειας που προμηθεύεστε από εμάς, και ισούται με το Μεσοσταθμικό Μεταβλητό Κόστους (την οριακή τιμή του συστήματος) άμεσα και όχι με υπερημερία 4 ή 5 μηνών. Η συμμετοχή μας στο ΕΤΜΕΑΡ είναι μηδενική γιατί η είσοδος μας στο σύστημα μειώνει ισόποσα την μικρή πρόσθετη αποζημίωση που μας αναλογεί τη στιγμή που η τιιμή της kwh που εισπράττουμε είναι πολύ κοντά ακόμα και στην στρεβλώς υπολογισμένη σήμερα, ΟΤΣ. Η δε υπερημερία που αναγκαστικά έχουμε υποστεί, εξανεμίζει την όποια διαφορά με την ΟΤΣ και ουσιαστικά η kwh που εμείς παράγουμε, αποζημιώνεται με τιμή χαμηλότερη της ΟΤΣ.
Θα πρέπει να σταματήσει επομένως η ΔΕΗ, να λαϊκίζει δήθεν υπέρ των καταναλωτών και εις βάρος επενδύσεων που προσφέρουν υψηλή εγχώρια προστιθέμενη αξία και θέσεις εργασίας που δε βαρύνουν τον κρατικό προϋπολογισμό.
Θα πρέπει να σταματήσει επομένως η ΔΕΗ, να κάνει πολιτική με το ΕΤΜΕΑΡ και να μας βλέπει ως αντίπαλους ιδίως σήμερα στη δύσκολη συγκυρία την οποία βιώνουμε όλοι μας.
Αν η ΔΕΗ ενδιαφέρεται πραγματικά για την μείωση του κόστους Ηλεκτρικής Ενέργειας προς όφελος των καταναλωτών, μπορεί να αρχίσει από την δέσμευση της να μην συμμετάσχει στο μητρώο για την διακοψιμότητα, κίνηση που θα οδηγούσε σε 1η φάση σε ουσιαστική μείωση του συνολικού κόστους του μέτρου κατά 10 περίπου εκ. ευρώ, τα οποία θα αποτελούσαν αντίστοιχη μείωση στο τελικό κόστος προμήθειας.
Ο ΕΣΜΥΕ δεν ζητά έμμεσες ή άμεσες επιδοτήσεις όπως αυτές που προκύπτουν από τη διακοψιμότητα και ενισχύουν τους βιομηχάνους. Δε ζητάμε την επαναφορά του Μεταβλητού Κόστους Ανάκτησης που ενισχύει την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας από Φυσικό Αέριο.
Ζητάμε να μην είμαστε εμείς αυτοί που θα πληρώσουν την πίτα, την οποία ούτε παραγγείλαμε, ούτε συμμετείχαμε στη συνταγή της.
Όσο για το «Επαναλαμβάνουμε ότι στη σημερινή κρίσιμη συγκυρία κανένας δεν δικαιούται να απαιτεί, να επωμίζονται άλλοι τα βάρη της κρίσης, οχυρωμένος σε «κεκτημένα» και μάλιστα απότοκα άστοχων επιλογών.» δε θα μπορούσε να υπάρχει μεγαλύτερη ομοιότητα της ανωτέρω εντός « » περιγραφής με την κατάσταση που σήμερα επικρατεί στην επιχείρησή σας.
Προτείνουμε στην ΔΕΗ, να υπολογίσει σωστά την «ΟΤΣ» και να αφήσει το ΕΤΜΕΑΡ στη θέση του. Τότε θα δεί πόσο γρήγορα θα μειωθεί η επιβάρυνση στον τελικό καταναλωτή.
Σχετικά με το μέτρο της διακοψιμότητας θεωρούμε ότι, οι απόψεις που έχουν ήδη εκφραστεί ήδη-δηλαδή ότι επί της ουσίας δεν υπάρχει φυσική αναγκαιότητα εφαρμογής του μέτρου λόγω της υφιστάμενης υπερεπάρκειας ισχύος και ότι το μέτρο θα είναι καθαρά εικονικό και στοχεύει στην απευθείας επιδότηση της βιομηχανίας χωρίς καμία ουσιαστική αντιπαροχή-εκφράζουν πλήρως την πραγματικότητα.
Το γιατί όμως θα πρέπει να το συγκεκριμένο μέτρο να είναι εις βάρος των ΑΠΕ (που δεν μπορούν να μετακυλήσουν το σχετικό κόστος στον τελικό καταναλωτή, όπως θα κάνουν οι συμβατικές μονάδες) σε συνδυασμό με το ότι οι βιομηχανικοί καταναλωτές επιβαρύνονται μόνο με 2,3 ευρώ/MWh ΕΤΜΕΑΡ τη στιγμή που αντίστοιχα καρπώνονται οφέλη από την μείωση της ΟΤΣ της τάξεως των 15 ευρώ/MWh, δεν έχει απαντηθεί ακόμη.
Το γιατί επίσης αυτό το κόστος δεν χρηματοδοτείται από το πολλαπλάσιο εξοικονομούμενο κόστος που έχει προκύψει από την περικοπή των ΑΔΙ (τη στιγμή μάλιστα που δεν υπήρξε μείωση των τιμολογίων της προμήθειας παρόλη την περικοπή των ΑΔΙ) και από τα ποσά που θα εξοικονομηθούν από την πλήρη κατάργηση του ΜΑΜΚ, σε συνδυασμό και με τα προβλεπόμενη έσοδα από τα δικαιώματα ρύπων, δεν το έχει απαντήσει ακόμη κανείς. Όπως δεν έχει απαντήσει κανείς και κάποια άλλα εύλογα ερωτήματα όπως γιατί υιοθετείται για τη ΣΥΘΗΑ συντελεστής ίσος με αυτός των θερμικών σταθμών (0,2) τη στιγμή που ήδη τις έχουμε βαφτίσει ΑΠΕ και αποζημιώνονται με σχεδόν εγγυημένες τιμές μέσα από τον Λογαριασμό ΑΠΕ. Κάποιοι προτιμούν την εύκολη λύση που πάντα λέγετε ΑΠΕ.
Τέλος, η πιθανή εφαρμογή της ΥΑ με την σημερινή μορφή της θα έχει ως αποτέλεσμα την πληρωμή του νέου «χαρατσιού» του μέτρου της διακοψιμότητας από τις ΑΠΕ για χρονική περίοδο που οι ίδιοι (ΑΠΕ) δεν θα έχουν εξοφληθεί, γεγονός που αφαιρεί επιπλέον ρευστότητα από τον Ειδικό Λογαριασμό και αυξάνει την υπερημερία των πληρωμών.
Με εκτίμηση
Για τον Ελληνικό Σύνδεσμο Μικρών Υδροηλεκτρικών Έργων (ΕΣΜΥΕ)
Ιωάννης Σηφάκης
Πρόεδρος Δ.Σ.