Σύμφωνα με τα στοιχεία που ανακοινώθηκαν πρόσφατα από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή τα τιμολόγια δικτύου στην Ελλάδα είναι τα χαμηλότερα μεταξύ των 25 κρατών μελών και βρίσκονται λίγο πάνω από τα 2 σεντ ανά κιλοβατώρα. Στην πραγματικότητα, εκείνο που είναι πραγματικά φθηνότερο στην Ε.Ε. είναι το κόστος του δικτύου διανομής, αφού το κόστος του δικτύου μεταφοράς (30% του συνολικού κόστους δικτύου) είναι ακριβότερο από τουλάχιστον 10 χώρες της Ε.Ε.
Βεβαίως τα ονομαστικά τιμολόγια σε κάποιες χώρες όπως η Ισπανία περιλαμβάνουν και άλλες χρεώσεις που δεν κατονομάζονται στα στοιχεία της Ε.Ε. όπως για παράδειγμα οι λεγόμενες πληρωμές ισχύος που δίνονται στην Ισπανία, καθώς επίσης και οι επιπλέον πληρωμές που λαμβάνουν οι ΑΠΕ και τα ηλιοθερμικά, από το δίκτυο, ενώ στη Δανία μέσω δικτύου πληρώνονται οι υπηρεσίες κοινής ωφέλειας.
Παρ΄ όλα αυτά το 2012 τα δίκτυα στην Ευρώπη κόστισαν κατά μέσο όρο στους καταναλωτές από 2,2 έως 9,6 σεντς/ κιλοβατώρα για τους οικιακούς καταναλωτές και από 1,66 έως 6,46 σεντς / κιλοβατώρα για τη βιομηχανία.
Πάντως πρέπει να σημειωθεί ότι σε τουλάχιστον έξι ευρωπαϊκές χώρες (Γερμανία, Μεγάλη Βρετανία, Δανία, Γαλλία, Ολλανδία και Βέλγιο) ισχύουν φορολογικές εξαιρέσεις και εκπτώσεις για τους μεγάλους καταναλωτές, που μειώνουν σημαντικά τα κόστη δικτύου, κυρίως για τη βιομηχανία.
Βεβαίως το χαμηλό τιμολόγιο δικτύου δεν αντιπροσωπεύει απαραίτητα και χαμηλότερο κόστος για τους καταναλωτές, όπως φάνηκε πέρυσι το καλοκαίρι όταν εξαιτίας της μη διασύνδεσης της Σαντορίνης, η οικονομία του νησιού υπέστη τεράστια ζημιά στο αποκορύφωμα της τουριστικής σεζόν. Το ίδιο ισχύει όχι μόνο για το δίκτυο μεταφοράς (περιορισμένες επενδύσεις λόγω έλλειψης επενδυτικών κεφαλαίων για αναβάθμιση και εκσυγχρονισμό των δικτύων, διασύνδεση των νησιών κλπ) αλλά και για το δίκτυο διανομής, όπου για παράδειγμα δεν έχει προχωρήσει η επένδυση για την εγκατάσταση έξυπνων μετρητών.
Πάντως σε επίπεδο εξυπηρέτησης των καταναλωτών, σύμφωνα με στοιχεία του διαχειριστή του δικτύου διανομής, παρατηρείται βελτίωση στους δείκτες ποιότητας (πχ αριθμός των διακοπών ρεύματος) αλλά και στο χρόνο ανταπόκρισης των υπηρεσιών για την αποκατάσταση βλαβών.
Πηγή:capital.gr