Σύμφωνα με πηγές της κυβέρνησης η συνάντηση που πραγματοποιήθηκε χθες με τους φορείς της αγοράς ΑΠΕ έγινε σε καλό κλίμα αν και εκφράστηκαν αντίθετες απόψεις και δεν υπήρξε συμφωνία στην πρόταση της κυβέρνησης να υπάρξει εθελοντικό «κούρεμα» στις υφιστάμενες τιμές που πληρώνονται ΑΠΕ. Το μεγαλύτερο «βάρος» για την εξάλειψη του ελλείμματος θα κληθούν να σηκώσουν τα φωτοβολταϊκά για τα οποία η μείωση που προτείνει η κυβέρνηση είναι 45% μεσοσταθμικά, ποσοστό που μπορεί να φτάσει σε ορισμένες περιπτώσεις έως και το 60%.
Ωστόσο η κυβέρνηση κράτησε ουσιαστικά κλειστά τα χαρτιά της και δεν εμφάνισε τους άσσους που κρατά στο μανίκι της, σε σχέση με τα αντικίνητρα που θα χρησιμοποιήσει προκειμένου να πειστούν οι ενδιαφερόμενοι να μπουν στο λεγόμενο new deal.
Σύμφωνα με τον αρμόδιο ΥΠΕΚΑ, Μ. Παπαγεωργίου, δόθηκε μια μάχη για να σωθεί το σύστημα (εάν δεν είχαν ληφθεί τα μέτρα που ελήφθησαν το έλλειμμα κινδύνευε να φτάσει τα 2,7 δισ.). Το εναπομείναν «άνοιγμα» της αγοράς ωστόσο υπολογίζεται στα 700 εκατ. ποσό που θα κληθούν να επωμιστούν όλοι οι μετέχοντες στην αγορά δηλαδή οι επενδυτές, οι τράπεζες και η πολιτεία. «Στόχος μας είναι να επιτευχθεί λύση για βιωσιμότητα του συστήματος τα επόμενα 7 με 8 χρόνια. Πρέπει να συνεισφέρουν όλοι όσοι ωφελούνται στην αγορά» ανέφερε ο κ. Παπαγεωργίου.
Πιο συγκεκριμένα από την πλευρά της κυβέρνησης προτείνεται ο περιορισμός της απόδοσης των έργων ΑΠΕ σε ένα ποσοστό της τάξης του 7 με 8% που μεταφράζεται σε:
- 45% μέση μείωση για τις υφιστάμενες συμβάσεις στα φωτοβολταϊκά
- 10% μείωση στα αιολικά και τις υπόλοιπες τεχνολογίες ΑΠΕ (ουσιαστικά αντικατάσταση της έκτακτης εισφοράς με ισόποση μείωση των ταριφών).
Η κυβέρνηση τόνισε στους φορείς ότι υπάρχουν ενδείξεις για θετική ανταπόκριση των τραπεζών ενώ και η Πολιτεία είναι έτοιμη να δεχθεί τα μειωμένα φορολογικά έσοδα που συνεπάγεται η ρύθμιση. Αντίθετα ξεκαθαρίστηκε ότι δεν υπάρχει κανένα περιθώριο για περαιτέρω επιβάρυνση των καταναλωτών μέσω ΕΤΜΕΑΡ ή για αύξηση του λιγνιτικού τέλους (μετά και τις αλλαγές στον τρόπο υπολογισμού της οριακής τιμής του συστήματος που ήρε τη σχετική στρέβλωση στην χονδρεμπορική αγορά). Ως ανταποδοτικό όφελος για τους παραγωγούς η πολιτεία εμφανίζεται έτοιμη να υπογράψει την επέκταση των υφιστάμενων συμβάσεων.
Χθες συμφωνήθηκε να υποβληθούν προτάσεις των ενδιαφερόμενων φορέων μέχρι τις αρχές Αυγούστου και μέχρι τέλος του επόμενου μήνα να υπάρχει διαμορφωμένη τελική πρόταση που θα ψηφιστεί μέχρι τις 15 Σεπτεμβρίου καθώς υπάρχει και η σχετική χρονική πίεση της τρόικας.
Τι απαντούν οι φορείς
Από την πλευρά του συνδέσμου εταιρειών ΑΠΕ ΕΣΗΑΠΕ, τονίστηκε ότι εκτιμάται θετικά η πρωτοβουλία του διαλόγου για τη βιωσιμότητα του συστήματος και υπό προϋποθέσεις και όρους η πρωτοβουλία για μειώσεις στα υφιστάμενα PPA’ s μπορεί να οδηγήσει σε λύσεις. Στον αντίποδα κάθετα αρνητικοί εμφανίζονται οι εκπρόσωποι των παραγωγών φωτοβολταϊκών, ενώ διευκρινίσεις ζητούν οι εταιρείες φωτοβολταϊκών.
Πάντως όπως τόνισε ο ΕΣΗΑΠΕ, μπορεί να υπάρχει πρόβλημα βιωσιμότητας, ωστόσο είναι γνωστό ότι αυτό δεν οφείλεται στις ΑΠΕ, ενώ ήδη οι παραγωγοί συμμετέχουν μέσω της εισφοράς και του άτυπου δανεισμού του ΛΑΓΗΕ στη στήριξη της αγοράς. «Είμαστε σε θέση να συνεισφέρουμε στην εξεύρεση ουσιαστικής λύσης αλλά θα πρέπει να προηγηθεί σοβαρή μελέτη που θα λάβει υπόψη της το κόστος των τεχνολογιών ΑΠΕ (μελέτη ΡΑΕ) και ταυτόχρονα δε θα είναι οριζόντια» υποστηρίξε ο ΕΣΗΑΠΕ, που θεωρεί ότι ακόμη και για έργα της ίδια τεχνολογίας πχ αιολικά, θα πρέπει να υπάρχουν διαφορετικά κριτήρια στη μείωση των τιμών που θα λαμβάνουν υπόψη το μέγεθος και τις άλλες ειδικές συνθήκες. Επίσης δεν μπορεί να υπάρξει μια προσαρμογή των αποδόσεων στα επίπεδα του 7-8% που θα ήταν δικαιολογημένα σε άλλες αγορές της Ευρώπης, ωστόσο στις ειδικές συνθήκες της Ελλάδας (κόστος χρήματος, καθυστερήσεις στις επιστροφές ΦΠΑ, προβληματικό καθεστώς αδειοδότησης, γραφειοκρατία κλπ) δεν μπορεί να σταθεί.
Από τις άλλες τεχνολογίες ΑΠΕ οι εκπρόσωποι της βιομάζας τόνισαν ότι ακόμη και με τις σημερινές τιμές δεν υπάρχουν επενδύσεις και περαιτέρω μείωση των αποδόσεων θα ήταν λάθος, ενώ από τους εκπροσώπους των μικρών υδροηλεκτρικών ζητήθηκε να υπάρξει συνεισφορά ανάλογα με το κόστος που προκαλεί η κάθε τεχνολογία.
Πηγή:www.capital.gr