Η «πράσινη ανάπτυξη» εξακολουθεί να παραμένει ζητούμενο στην Ευρώπη των 19 εκατομμυρίων ανέργων και της ύφεσης. Ποιος όμως θα χρηματοδοτήσει τις τεράστιες επενδύσεις που απαιτούν τα ευρωπαϊκά σχέδια;
Επί τα χείρω διόρθωσε τις προγνώσεις της για την ανάπτυξη στην ευρωζώνη η Κομισιόν. Στην εαρινή της έκθεση, η ευρωπαϊκή επιτροπή προβλέπει ότι η οικονομία θα συρρικνωθεί κατά 0,4% το 2013 και όχι κατά 0,3% όπως ήθελε η πρόγνωση του Φεβρουαρίου. Η ανεργία θα παραμείνει στα επίπεδα του 12% και αυτό θα έχει επιπτώσεις στην κατανάλωση. Οι ζοφερές προβλέψεις επαναφέρουν στη δημόσια συζήτηση το πρόταγμα της «πράσινης ανάπτυξης», που σύμφωνα με τα σχέδια των Ευρωπαίων θα έδινε ώθηση στην οικονομία και θα δημιουργούσε εκατομμύρια νέες θέσεις εργασίας στην ΕΕ.
Δεν υπάρχει η βεβαιότητα του σχεδιασμού
H «ευρωκρίση» που ξέσπασε στο μεταξύ, έβαλε στο ψυγείο, την πράσινη ανάπτυξη, υποστηρίζει ο Γιοργκ Τσόινερ. Περισσότερες ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, περισσότερη ενεργειακή αποδοτικότητα, λιγότερες εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα και περισσότερη φιλική προς το περιβάλλον τεχνολογία, θέλει το πολιτικό πλαίσιο που διαμόρφωσαν στο πρόσφατο παρελθόν οι αρχηγοί κρατών και κυβερνήσεων της ΕΕ. Πρόκειται για ένα πρόγραμμα μαμούθ το οποίο απαιτεί τεράστιες επενδύσεις και εμπεριέχει υψηλό αναπτυξιακό δυναμικό. Ωστόσο, η «πράσινη επανάσταση» δεν πήρε ποτέ σάρκα και οστά. Κι αυτό γιατί η «ευρωκρίση» που ξέσπασε στο μεταξύ, την έβαλε στο ψυγείο, υποστηρίζει ο Γιοργκ Τσόινερ, επικεφαλής οικονομολόγος της κρατικής αναπτυξιακής τράπεζας KfW και διευκρινίζει: «Έχουμε ένα έλλειμμα στο πεδίο της ζήτησης. Στην Ευρώπη οι περικοπές είναι υπερβολικές. Έχουμε πρόβλημα χρηματοδότησης, επειδή ο χρηματοπιστωτικός τομέας βρίσκεται σε μια μεταβατική φάση. Δεν υπάρχει η λεγόμενη βεβαιότητα του σχεδιασμού, καθώς σε πολλές χώρες βρισκόμαστε σε μια διαδικασία αναμόρφωσης των φορολογικών συστημάτων και του ρυθμιστικού πλαισίου».
Όλα αυτά συνιστούν αρνητικές προϋποθέσεις για την ανάληψη μεγάλων επενδύσεων, μολονότι είναι διαθέσιμες οι απαιτούμενες τεχνολογίες για την προστασία του κλίματος, υπενθυμίζει ο Κέρστεν-Καρλ Μπάρτ, διευθυντής του τμήματος βιώσιμης ανάπτυξης στον όμιλο Siemens. «Η τεχνολογία που χρειαζόμαστε προκειμένου να επιτύχουμε τους στόχους για τη μείωση των εκπομπών αερίων μέχρι το 2030 είναι εδώ σε ποσοστό 70%. Φυσικά και θα πρέπει να γίνουν ακόμη περισσότερες επενδύσεις στο πεδίο αυτό. Εάν δεν το κάνουμε θα μειωθεί η ανταγωνιστικότητά μας. Η «πράσινη οικονομία» είναι μια κούρσα και θα πρέπει να ανήκουμε στους νικητές. Σε διαφορετική περίπτωση θα έχουμε πρόβλημα».
Siemens: Τεράστια επενδυτικά περιθώρια στην «πράσινη οικονομία»
Η Siemens έχει ενισχύσει το «πράσινο χαρτοφυλάκιό» της. Το τμήμα των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας και των περιβαλλοντικών τεχνολογιών αποτελεί το 42% των δραστηριοτήτων του ομίλου. Ο Μπαρτ διακρίνει μεγάλα αναπτυξιακά περιθώρια και αυτό αποτελεί κίνητρο για τους ιδιωτικούς επενδυτές, που αναζητούν ευκαιρίες. Το χρήμα είναι εδώ και περιμένει να επενδυθεί, λέει χαρακτηριστικά το στέλεχος της Siemens.
Ένα από τα μεγάλα εμπόδια που αντιμετωπίζει ο επενδυτικός κόσμος είναι η απουσία ενός σταθερού συστήματος κανόνων. Το σημερινό έχει πολλές αδυναμίες. Χαρακτηριστικό παράδειγμα συνιστούν οι πρόσφατες ανατροπές στην νομοθεσία για το «εμπόριο ρύπων». Οι τιμές για τα «δικαιώματα ρύπανσης CO2» έχουν μειωθεί σε τέτοια επίπεδα ώστε να μην συμφέρει πλέον στις επιχειρήσεις να επενδύουν σε φιλικές προς το περιβάλλον τεχνολογίες.
Παρά τις αντιξοότητες, υπάρχουν και θετικές εξελίξεις. Η Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων (EIB) χρηματοδοτεί σειρά προγραμμάτων στο πεδίο της «πράσινης οικονομίας». Όπως υπογραμμίζει το στέλεχος της ΕΙΒ, Ματίας Τσέλνερ, είναι ιδιαίτερα σημαντικό στη φάση αυτή, εν μέσω κρίσης, να υπάρχει «αντικυκλική δραστηριότητα». Μετά την αύξηση των κεφαλαίων της η Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων θα μπορεί να διαθέσει τα επόμενα τρία χρόνια περίπου 60 δισ. ευρώ. Με δεδομένο ότι κατά κανόνα η EIB καλύπτει το ένα τρίτο της επένδυσης, ο συνολικός επενδυτικός όγκος θα αγγίζει τα 180 δισ. ευρώ.
Το μπαλάκι είναι και πάλι στην πολιτική ηγεσία της Ευρώπης, που καλείται να ρυθμίσει το νομικό πλαίσιο και να δώσει οικονομικά κίνητρα για επενδύσεις στο πεδίο της «πράσινης οικονομίας».
Πηγή: dw.de