Για ένα σύγχρονο αναπτυξιακό μοντέλο στην Ελλάδα

 
29 geld fot 330x248 Για ένα σύγχρονο αναπτυξιακό μοντέλο στην Ελλάδα

Ανάπτυξη και έρευνα στην Ελλάδα

Η Ελλάδα επιδεικνύει διεθνώς μεγαλύτερες επιτυχίες στον τομέα της έρευνας απ’ ό,τι θα περίμενε κανείς για μια χώρα των δυνατοτήτων της. Υπάρχουν «νησίδες αριστείας» που επιτυγχάνουν αποτελέσματα κατά πολύ άνω του μέσου όρου στις διεθνείς κατατάξεις. Το πρόβλημα είναι, ωστόσο, ότι για να αξιοποιηθεί στον βέλτιστο βαθμό η προοπτική αυτή για την ανάπτυξη της χώρας πρέπει να αλλάξουν πολλά.

Για να μετουσιωθεί η δυνατότητα που μας δίνεται από το ελληνικό επιστημονικό δυναμικό σε πραγματικότητα θα απαιτηθεί μια ουσιαστική αλλαγή στον τρόπο με τον οποίο η κυβέρνηση διευθύνει και συντονίζει την πολιτική για την έρευνα και την καινοτομία.

Με το παρόν κείμενο περιγράφουμε μερικές αναγκαίες παρεμβάσεις για το πώς μπορεί αυτό να επιτευχθεί. Γράφουμε ως μέλη του 11μελούς Εθνικού Συμβουλίου Ερευνας και Τεχνολογίας (ΕΣΕΤ), του ανώτατου γνωμοδοτικού οργάνου της Πολιτείας αρμόδιο για τη διαμόρφωση και υλοποίηση της εθνικής πολιτικής Ερευνας, Τεχνολογίας και Καινοτομίας. Οσα γράφουμε παρακάτω, είναι αποτέλεσμα συλλογικής εμπειρίας και συστηματικής ενασχόλησής μας τα δύσκολα για τη χώρα τελευταία 3 χρόνια και πιστεύουμε ότι απηχούν τις απόψεις των συναδέλφων μας στο ΕΣΕΤ.

Η έρευνα και καινοτομία παρέχουν ένα ξεκάθαρα πιο επιθυμητό δρόμο για ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας, απ’ ό,τι ένα μοντέλο που προϋποθέτει ανταγωνισμό με βάση το χαμηλού κόστους, ανειδίκευτο εργατικό δυναμικό. Η αξιοποίηση των ερευνητικών δυνατοτήτων της χώρας -αφού επιλεγούν σωστά τόσο οι ανάγκες όσο και τα «συγκριτικά πλεονεκτήματά» της- θα είναι κρίσιμη και καθοριστικής σημασίας για την έξοδο της Ελλάδας από την τρέχουσα οικονομική κρίση.

Η αποτελεσματική οργάνωση και διοίκηση της έρευνας θα πρέπει να διορθώσει μια σειρά από συσσωρευμένα και βαθιά ριζωμένα προβλήματα. Σήμερα, τα ερευνητικά κέντρα και εργαστήρια που χρηματοδοτούνται από την πολιτεία υπόκεινται σε διαφορετικά υπουργεία, υπονομεύοντας τις προσπάθειες για έναν καλύτερο συντονισμό της ερευνητικής πολιτικής. Τα κέντρα αυτά έχουν διαφορετικά νομικά καθεστώτα, και τεράστιες γραφειοκρατικές αγκυλώσεις που δυσχεραίνουν τη λειτουργία της διοίκησής τους. Το περασμένο καλοκαίρι παρατηρήθηκαν καθυστερήσεις διότι δεν είχε αποσαφηνιστεί αν η γενική γραμματεία για την Ερευνα και την Τεχνολογία (ΓΓΕΤ) θα τελούσε και πάλι υπό τον έλεγχο του υπουργείου Ανάπτυξης ή θα παρέμενε σ’ αυτό της Παιδείας.

Υπάρχουν, ακόμα, τεράστια προβλήματα και παλινωδίες από την πλευρά του αρμόδιου κυβερνητικού προσωπικού: Τους τελευταίους 17 μήνες έχουν αλλάξει τρεις υπουργοί Παιδείας και τρεις γενικοί γραμματείς υπεύθυνοι για την Ερευνα και Tεχνολογία. Aυτές οι αλλαγές συνεπάγονται δυστυχώς συνεχείς αλλαγές πλεύσης και πολιτικής, με συνέπεια να γίνεται αδύνατη η άσκηση σταθερής πολιτικής που είναι αναγκαία για τη μακροχρόνια επιτυχία της αναπτυξιακής προσπάθειας με αιχμή την έρευνα και τεχνολογία. Το σημαντικότερο είναι ότι υπήρξε και συνεχίζει να υπάρχει σύγχυση και αστάθεια για τα ερευνητικά κέντρα και τα πανεπιστήμια όσον αφορά το μέγεθος και τη διαχείριση των κονδυλίων που διατίθενται για την έρευνα και τεχνολογία.

Τα στοιχεία από το υπουργείο Παιδείας και τη ΓΓΕΤ αποκαλύπτουν ότι, ακόμα και όταν η Ευρωπαϊκή Ενωση χρηματοδοτεί ερευνητικές προτάσεις, ο ρυθμός απόδοσης των ερευνητικών κονδυλίων στους δικαιούχους και απορρόφησης είναι απογοητευτικός. Ετσι ελλοχεύει ο κίνδυνος της μεταφοράς των χρημάτων σε άλλους τομείς, ή της επιστροφής τους. Διοικητικές δυσλειτουργίες, δυστυχώς, οφείλονται μερικές φορές σε διοικητικούς υπαλλήλους που προσθέτουν δικούς τους κανονισμούς και περιορισμούς στην ήδη τεράστια και δυσκίνητη γραφειοκρατία όσον αφορά το πώς θα δαπανηθούν τα χρήματα της Ε.Ε. από τους ερευνητές.

Η έλλειψη ξεκάθαρων στόχων, η ασυνέχεια της πολιτικής, η έλλειψη πείρας και η ευθυνοφοβία οδηγούν σε σπατάλη χρόνου και πόρων και θα πρέπει να διορθωθούν άμεσα.

Υπό αυτό το πλαίσιο, είναι ίσως αξιοθαύμαστο ότι ο ερευνητικός τομέας στην Ελλάδα συνεχίζει να έχει επιτυχίες. Υπάρχουν, φυσικά, πολλές περιπτώσεις αδυναμίας και αδράνειας, με τους ερευνητές και τα ινστιτούτα να μην προσαρμόζονται στις μελλοντικές ανάγκες της Ελλάδας. Συνολικά, η επιτυχία εξαρτάται σε βαθμό δυσανάλογα μεγάλο στην ατομική πρωτοβουλία και αφοσίωση σε πείσμα του «συστήματος». Aυτό όμως δεν αρκεί πια…

Πώς μπορεί, λοιπόν, να βελτιωθεί το «σύστημα» έτσι ώστε να διευκολυνθεί μια καλύτερη, πιο ισορροπημένη λειτουργία που να συνδέεται στενά με τις οικονομικές ανάγκες της χώρας; Το ΕΣΕΤ συνέβαλε στην ετοιμασία του σχεδίου νόμου για τον εκσυγχρονισμό της λειτουργίας του συστήματος της Ερευνας και τεχνολογικής ανάπτυξης στη χώρα, και οι βασικές του προτάσεις είναι οι κάτωθι.

Προκειμένου να τεθούν προτεραιότητες και να δοθεί η γενική στρατηγική κατεύθυνση, η κυβέρνηση χρειάζεται μια επιτροπή με κεντρικό ρόλο που θα λογοδοτεί στον πρωθυπουργό (Διυπουργική Επιτροπή Ερευνας Τεχνολογίας και Καινοτομίας-ΔΕΕΤΕΚ). Αυτή θα πρέπει να αποτελείται από ειδικούς από διαφορετικούς τομείς και θα πρέπει να έχει τη δυνατότητα να εισηγείται πολιτικές στην κυβέρνηση παρακάμπτοντας τα συντεχνιακά συμφέροντα μεμονωμένων υπουργείων, όπως ακριβώς λειτουργεί η Υπηρεσία για την Επιστήμη και την Τεχνολογική Πολιτική (OSTP) στον Λευκό Οίκο των ΗΠΑ, και παρόμοια σχήματα σε άλλες χώρες. Θα πρέπει να υπάρχει πρόσβαση από ολόκληρο το κοινωνικό και οικονομικό φάσμα.

Το ΕΣΕΤ θα πρέπει να καταστεί το κυρίως γνωμοδοτικό όργανο της πολιτείας για την έρευνα με αποστολή την εισήγηση της γενικής πολιτικής στην Διυπουργική Επιτροπή Ερευνας Τεχνολογίας και Καινοτομίας-ΔΕΕΤΕΚ. Υπό την καθοδήγηση του ΕΣΕΤ, η ΓΓΕΤ θα είναι η κεντρική υπηρεσία αρμόδια για την ανάπτυξη και την οργάνωση ερευνητικών προγραμμάτων, υλοποιώντας τη στρατηγική. Το ΕΣΕΤ και η ΓΓΕΤ θα πρέπει να συνεργάζονται, έχοντας ως πρότυπο το δοκιμασμένο και πετυχημένο μοντέλο συνεργασίας του Εθνικού Ιδρύματος για την Επιστήμη (NSF) των ΗΠΑ. Για τη διευκόλυνση του συντονισμού των διαφόρων υπουργείων και υπηρεσιών, κάθε υπουργείο θα πρέπει να διορίσει έναν «Επικεφαλής Επιστημονικό Ειδήμονα-Chief Scientist» στον τομέα της ευθύνης του.

Αυτές οι δομές θα πρέπει να υποστηρίξουν ένα σύστημα όπου θα υπάρχει μεγαλύτερη απόσταση μεταξύ των πολιτικών επιλογών για τις γενικές προτεραιότητες και την εφαρμογή των αποφάσεων για τον ακριβή καταμερισμό των πόρων (και των διορισμών προσωπικού). Οι διορισμοί ανώτατων στελεχών στη συγκεκριμένη δομή θα πρέπει να αφορά σταθερές περιόδους που υπερβαίνουν τις θητείες υπουργών και κυβερνήσεων (π.χ. ο Γενικός Γραμματέας Ερευνας και Tεχνολογίας να διορίζεται για μια πενταετία) και να μην καθορίζονται απ’ αυτές.

Η λειτουργία αυτής της νέας δομής θα επιτρέψει τη θέσπιση ξεκάθαρων και συνεπών προτεραιοτήτων για την έρευνα, την ουσιαστική διασύνδεση αυτών των προτεραιοτήτων με τις αναπτυξιακές ανάγκες της χώρας, την ανεξάρτητη εκτίμηση των τρόπων εφαρμογής της πολιτικής και των διαδικασιών που απαιτούνται για την επίτευξη των στόχων που έχουν τεθεί και τη μεγαλύτερη σταθερότητα στον καταμερισμό των κονδυλίων της Ε.Ε. και του κράτους για τους ερευνητές, τα πανεπιστήμια και τα ερευνητικά κέντρα. Μια τέτοια δομή θα επιτρέψει ένα πιο αποτελεσματικό εθνικό σχεδιασμό και λειτουργία του οικοσυστήματος της έρευνας. Ενας πολυετής σχεδιασμός θα πρέπει να είναι αυτονόητος, με τα ανάλογα διαγράμματα προτεραιοτήτων και κατανομής πόρων για την καλύτερη επικοινωνία της κυβερνητικής στρατηγικής για την έρευνα. Επιπλέον, ένα τέτοιο σχέδιο θα πρέπει να είναι κάτι πολύ περισσότερο από ρηχές απαντήσεις στα έγγραφα της Ε.Ε. – θα πρέπει να είναι ένας ουσιαστικός και εποικοδομητικός οδικός χάρτης για το συμφέρον της χώρας.

Η πρόταση για την αναδιάρθρωση της επιτελικής δομής για Ερευνα και Tεχνολογία έχει δοθεί στην κυβέρνηση και στην Task Force της Ε.Ε. Θεωρούμε, ωστόσο, ότι ένας εθνικός διάλογος για τα ζητήματα αυτά είναι απαραίτητος έτσι ώστε να διαφανεί ο πλέον αποτελεσματικός δρόμος για γρήγορη πρόοδο και ευελπιστούμε ότι θα μπορέσουμε να επικεντρώσουμε την προσοχή σ’ αυτή τη ζωτικής σημασίας υπόθεση για την Ελλάδα.

Των Σταμάτη Κριμιζή και Κέβιν Φέδερστον: Ο καθηγητής Σταμάτης Κριμιζής είναι πρόεδρος και ο καθηγητής Κέβιν Φέδερστον μέλος του Εθνικού Συμβουλίου Ερευνας και Τεχνολογίας (ΕΣΕΤ), naftemporiki.gr

 

 
This entry was posted in ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ and tagged , , , , , . Bookmark the permalink.

Comments are closed.